Μία διαφορετική ξενάγηση...
Αυτή η εποχή είναι κατάλληλη για να τις επισκεφτείτε, καθώς δεν έχουν πέσει ακόμη σε χειμέριο ύπνο ή λήθαργο, όπως ονομάζεται στην συγκεκριμένη περίπτωση. Όπως μας διαβεβαίωσε ο ξεναγός ο λόγος που δεν το ονομάζουν νάρκη είναι επειδή μπορούν να ξυπνήσουν εύκολα από κάποια ανθρώπινη δραστηριότητα μέσα στον χειμώνα. Από τον Δεκέμβριο και μετά μπαίνουν σε λήθαργο, ξυπνούν τον Ιανουάριο για να γεννήσουν τα μικρά τους και ξανακοιμούνται μέχρι και τον Μάρτιο. Στην πορεία στειρώνουν τα νέα μέλη που δέχονται από διάφορους ζωολογικούς κήπους, ώστε να μην αναπαραχθούν ξανά.
Ο μεγαλύτερος εχθρός της αρκούδας στο φυσικό του περιβάλλον είναι φυσικά ο άνθρωπος. Στην Ελλάδα ζουν 500 αρκούδες κυρίως στα βουνά της Πίνδου και της Ροδόπης. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται έντονα το φαινόμενο η μαμά αρκούδα με τα μικρά να συχνάζουν σε κατοικημένες περιοχές προς αναζήτηση τροφής και να περνούν κεντρικούς δρόμους με κίνδυνο να χτυπηθούν από αμάξια ή να καταλήγουν σε χωράφια, όπου κατασπαράζουν τις σοδειές και τα ζώα που βρίσκουν, καθώς είναι παμφάγα ζώα με κίνδυνο να πυροβοληθούν από τους κτηματίες ή όποιον άλλο νιώσει απειλή από την αρκούδα.
Ο Αρκτούρος αναλαμβάνει συχνά και την επανένταξή τους στην φύση. Πιο συγκεκριμένα τα μεταφέρουν σε έναν κρυφό χώρο, ώστε να μην έρχονται σε επαφή με τον άνθρωπο, τα ταΐζουν, τα τοποθετούν ένα κολάρο για να τα παρακολουθούν και τα αφήνουν στην φύση επί 12 μήνες για να διαπιστώσουν αν μπορούν να επιβιώσουν μόνα τους στην φύση. Εφόσον δεν πετύχει η επανένταξη στο φυσικό τους περιβάλλον τα φέρνουν στο καταφύγιο και προσπαθούν να τα εξοικειώσουν με το νέο αυτό περιβάλλον, αλλά το ποσοστό επιτυχίας επιβίωσης τους εκεί αγγίζει μόνο το 25%.
Πέραν αυτού εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι οι αρκούδες είναι μοναχικά και ανταγωνιστικά ζώα. Συμβιώνουν αρμονικά μόνο όταν ταΐζονται από τους εθελοντές του καταφυγίου, αλλά και πάλι μπορεί να γρυλίσουν η μία στην άλλη, παίρνοντας αποστάσεις η μία από την άλλη. Στην φύση μπορούν να ζήσουν μέχρι και 25 χρόνια, ενώ στο καταφύγιο μέχρι και 35 χρόνια.
Μετά την ξενάγηση αυτή θα νιώσετε πιο κοντά στην φύση, ενώ μένει το καταφύγιο του λύκου και του λύγκα, όπου φιλοξενούνται και τσομπανόσκυλα, τα οποία δίδονται στους κτηνοτρόφους, ώστε να λειτουργούν ως προστάτες του κοπαδιού. Ο Λύκος θεωρείται εξυγιαντής της φύσης, καθώς τρέφεται με άρρωστα ή μισοπεθαμένα ζώα, «εξυγιαίνοντας» με αυτόν τον τρόπο την φύση. Οι εθελοντές τα ταΐζουν 2 φορές την εβδομάδα με 15 κιλά κρέατος, το οποίο θάβουν μέσα στο έδαφος, ώστε να το ξεθάψει ο λύκος μετά από λίγες μέρες και να το φάει σάπιο, όπως συνηθίζει. Στην φύση ο λύκος άρχισε να απειλείται με εξαφάνιση, όταν πλησίαζε με την αγέλη του κοπάδια ζώων και θανατώνονταν από τους βοσκούς. Είχαμε την τύχη να δούμε στο καταφύγιο 3 λευκούς λύκους και έναν λύγκα, ενώ οι γκρίζοι λύκοι ήταν κρυμμένοι. Οι λευκοί λύκοι, ενώ ζουν υπό κανονικές συνθήκες στην φύση σε βόρεια κλίματα, επειδή ζούσαν σε ζωολογικό κήπο της Ιταλίας όντας εξοικειωμένοι στο μεσογειακό κλίμα, όταν έκλεισε μεταφέρθηκαν στο ελληνικό καταφύγιο στην Αγραπιδιά, ώστε να επιβιώσουν. Ο λύγκας ή αλλιώς ευρωπαϊκός τίγρης, όπως θα μπορούσε να ονομαστεί, είναι αιλουροειδές που ζούσε κάποτε στην Ελλάδα και ιδιαίτερα στην Φλώρινα αλλά θεωρείται επίσης απειλούμενο είδος. Στην ξενάγηση ήταν τόσο εξοικειωμένος που πλησίασε το σύρμα και μας κοιτούσε.
Τέτοιου είδους ξεναγήσεις μένουν σαφώς αξέχαστες στον επισκέπτη, ο οποίος απολαμβάνει από την μία τον καθαρό αέρα και την πολύχρωμη φύση, ενώ έρχεται σε επαφή με άγρια ζώα που λόγω συνθηκών είναι αρκετά εξοικειωμένα με τον άνθρωπο.
Σύνταξη και φωτογραφία: Λευκοθέα Πανούσου
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου